Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

ΑΚΟΥΕΙ ΚΑΝΕΙΣ?


ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛ.ΑΣ.: ΕΝΑΣ ΠΡΑΚΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ.
                                    του Δρ. Κωνσταντίνου Δούβλη
Το θέμα της αυξημένης εγκληματικότητας, της εγκληματοφοβίας και του κοινού περί… ασφάλειας αισθήματος, απασχολούν όλο και περισσότερο την προεκλογική Ελλάδα. Μέσα στην φρενίτιδα της κομματικής αντιπαράθεσης, ίσως αυτή η περίοδος να αποτελεί πρόσφορο έδαφος για να ακουστούν και μερικές αλήθειες όσον αφορά τον εκσυγχρονισμό της αστυνόμευσης στη χώρα μας.
Η ΕΛ.ΑΣ είναι «σαρξ εκ της σαρκός» της Ελληνικής κοινωνίας. Συγκεντρώνει όλες τις παθογένειες αλλά και όλα τα προτερήματα του λαού μας. Κακή οργάνωση, «ωχαδερφισμός», προχειρότητα αλλά ταυτοχρόνως φιλότιμο, μεγαλοψυχία, έξυπνες λύσεις και θάρρος..
Αντιφατικά? Ίσως. Όσο αντιφατικοί είμαστε όλοι μας στην καθημερινότητά μας…
Προ ετών σε ομιλία μου στην ακαδημία ενός αστυνομικού σώματος στις ΗΠΑ, ένας Δόκιμος μου έκανε την εξής αφοπλιστική ερώτηση: “Καλές οι ακαδημαϊκές αναλύσεις από εσάς τους εγκληματολόγους. Εγώ  όμως θα βρεθώ σε λίγο στο πεζοδρόμιο. Θέλω πρακτικές λύσεις. Μπορείτε να μου τις προσφέρετε»?
Πόση αλήθεια κρύβεται μέσα σ αυτές τις λίγες λέξεις! Το αστυνομικό έργο αναλύεται κοινωνιολογικά , ψυχολογικά , πολιτικά, ιστορικά από μια πλειάδα κοινωνικών επιστημόνων. Πόσο εύκολα όμως ξεχνάμε ότι η αστυνόμευση διατηρεί κάποια στοιχεία «τέχνης» που απαιτούν και μια πρακτική προσέγγιση.
Έχοντας αυτές τις σκέψεις υπ όψιν, αποφάσισα να παρουσιάσω έναν σύντομο πρακτικό κατάλογο με εφαρμόσιμες λύσεις για τον διακαή πόθο όλων μας: Τον εκσυγχρονισμό της ΕΛ.ΑΣ. 
Πρακτικά. Ρεαλιστικά. Υπεύθυνα. Με τρόπο εφαρμόσιμο.
·         Βήμα πρώτο: Κατάργηση της Σχολής Αξιωματικών. Ο λόγος για την ίδρυση ανωτάτων σχολών Αστυνομίας ήταν η αναβάθμιση του επιπέδου σπουδών και, κατά συνέπεια, του επαγγέλματος. Κατανοητή και λογική η επιθυμία, αλλά δυστυχώς δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από όσα έλυσε διότι δεν έλαβε υπ όψιν τις ιδιαιτερότητες του χώρου. Το αστυνομικό έργο βασίζεται στην βαθιά γνώση της κοινωνικής πραγματικότητας. Εκτός από επιστημονική γνώση, απαιτεί εμπειρία και δυνατότητα ενδελεχούς ανάλυσης σύνθετων κοινωνικο-πολιτικών και ψυχολογικών διεργασιών. Τέτοιου είδους σύνθετη γνώση δε μπορεί να αποκτηθεί μέσα σε 4 χρόνια σπουδών ώστε ένας νέος 22 ετών να μπορέσει να ασκήσει διοίκηση. Το επιχείρημα ότι «22χρονοι πετάνε F 16» δεν ευσταθεί. Οι 22 χρονοι πιλότοι πρέπει να είναι μαχητές. Οι 22 χρονοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. πρέπει να είναι «ψυχολόγοι του πεζοδρομίου». Τεράστια και αυτονόητη η διαφορά.

·         Βήμα δεύτερο: Αξιωματικοί ειδικών, όχι «γενικών», καθηκόντων.

Ζούμε στην εποχή της απόλυτης εξειδίκευσης. Για την ουσιαστική αναβάθμιση του αστυνομικού έργου είναι απαραίτητη η προσαρμογή της ΕΛ.ΑΣ και σε αυτή την πραγματικότητα. Οι αστυνομικοί, ως σύγχρονοι επαγγελματίες, πρέπει να απαλλαγούν από την λογική «όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω» και να αποκτήσουν εξειδίκευση σ ένα αντικείμενο με το οποίο θα αρχίζουν και τα τελειώνουν την καριέρα τους. Οι σύγχρονες προκλήσεις στα θέματα ασφάλειας και εγκληματικότητας περιλαμβάνουν κακοποιούς με ‘επιστημονική εξειδίκευση’ σε διάφορες κατηγορίες εγκλημάτων (πχ τρομοκρατία, ηλεκτρονικό έγκλημα κλπ.) Οι διώκτες τους πρέπει να πράξουν ακριβώς το ίδιο.

·         Βήμα τρίτο: Απογαλακτισμός του αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ από το Υπουργείο.
Οι εποχές που η αστυνομία θεωρείτο ανεξέλεγκτη και επιρρεπής σε εξωθεσμικές επιρροές έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Οι σύγχρονοι αστυνομικοί και δημοκράτες είναι και καταρτισμένοι ώστε να τους δοθεί κάποια επαγγελματική και υπηρεσιακή ανεξαρτησία. Το φαινόμενο του να παρεμβαίνει ο εκάστοτε υπουργός ακόμα και στην επιχειρησιακή (!) δράση της αστυνομίας είναι αναχρονιστικό και απαράδεκτο. Εμφανίζει τους αστυνομικούς ως ευνουχισμένους και ανίκανους να διαχειριστούν τα του οίκου τους. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, δε προτείνω την δίχως πολιτικό έλεγχο αστυνομία. Στις δημοκρατίες οι πολιτικοί, ως εκφραστές της θέλησης του λαού, οφείλουν και πολιτική να χαράσσουν και να ελέγχουν τα Σώματα Ασφαλείας. Προτείνω όμως την κατάργηση του «στραγγαλιστικού» επιχειρησιακού ελέγχου του Σώματος. Ο Αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ είναι υπόλογος στον Υπουργό. Αφού όμως πρώτα αφεθεί ελεύθερος να δράσει..

·         Βήμα τέταρτο: Έγκριση του Αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. από την Βουλή των Ελλήνων.

Δεν είναι δυνατόν να ομιλούμε περί συναινέσεως σε διάφορα πολιτικά ζητήματα και να μη το πράττουμε στο κορυφαίο θεσμικά θέμα της επιλογής του αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. Ασφαλώς η επιλογή του αρχηγού είναι πολιτική και έτσι πρέπει. Ο Αρχηγός καλείται να εφαρμόσει συγκεκριμένη πολιτική και να συνεργαστεί στενά με τον εκάστοτε υπουργό, άρα πρέπει να είναι δικής του επιλογής. Όμως στους καιρούς που ζούμε, η έννοια της «λογοδοσίας» (accountability) είναι σημαντικό βήμα για την ενίσχυσης της ίδιας της Δημοκρατίας. Ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. υπηρετεί όλον τον  ελληνικό λαό, άρα πρέπει να εγκρίνεται και να ελέγχεται από το σύνολο των εκπροσώπων του. Τους έλληνες βουλευτές.  Επιπλέον, μια έγκριση της Βουλής αναβαθμίζει το κύρος του Αρχηγού και του δίνει μια διευρυμένη εξουσία ώστε να επιτελέσει με μεγαλύτερη άνεση το έργο του.

Προφανώς η λίστα αυτή δεν εξαντλεί τα θέματα που χρίζουν συζήτησης και εκσυγχρονισμού στην ΕΛ.ΑΣ. Δεν ήταν αυτή άλλωστε η φιλοδοξία του γράφοντος. Σκοπός ήταν να παραθέσω κάποιες θεσμικού τύπου αλλαγές που θα έφερναν έναν νέο ‘άνεμο’ στο Σώμα.

Θεωρώ ότι αυτές οι αλλαγές είναι «εκ των ων ουκ άνευ» προκειμένου η Αστυνομία να αποκτήσει το θεσμικό υπόβαθρο για να συνεχίσει με επιτυχία το έργο της.

Ακούει κανείς?




Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΜΠΛΟΚΗΣ ΤΗΣ ΕΛ.ΑΣ.

Ζούμε σε ταραγμενες εποχές. Τα πρώτα δείγματα τυφλής βίας εκαναν  κι ολας την εμφανιση τους.

Αργά ή γρήγορα τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. θα εμπλακούν με πολίτες. Είναι η νομοτελειακή εξέλιξη της άσχημης πραγματικότητας που ζούμε.

Το παρακάτω άρθρο που συνέργαψα προσπαθεί να βάλει κανόνες.

ΚΔ


                            ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΜΠΛΟΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛ.ΑΣ.
                                    Του Δρ. Κωνσταντίνου Δούβλη,
                                              εγκληματολόγου                
 
Δεν είναι πλέον μυστικό ότι η οικονομική κρίση που όλοι βιώνουμε έχει αποσυνθέσει τον κοινωνικό ιστό. Καμιά συνοχή, καμία αλληλεγγύη, μόνο το συμφέρον του ενός σε βάρος του άλλου.

Με αφορμή τα τελευταία κρούσματα τυφλής βίας  και την νομοτελειακή εμπλοκή των αστυνομικών με πολίτες (είναι ζήτημα χρόνου) αυτό το σύντομο άρθρο αποσκοπεί στο να θέσει το θέμα της χρήσης όπλου από αστυνομικούς σε σωστές βάσεις.   Εκ των υστέρων, όπως πάντα σε αυτή τη δύσμοιρη χώρα, αναλύουμε τη κάθε λεπτομέρεια με «κινηματογραφικό» τρόπο ως αν να πρόκειται για χολιγουντιανή παραγωγή και όχι κάτι που συνέβη στην χώρα μας, στην πόλη μας, στη γειτονία μας. Ας γίνει μια φορά το αντίθετο…

Ο έγκριτος Βρετανός Εγκληματολόγος Robert Reiner είχε πει πως «η Αστυνόμευση είναι σαν  τη ποδηλασία, μας απασχολεί μόνο όταν ένας τροχός του ποδηλάτου φύγει απ τη θέση του. Όταν όλα κυλούν ομαλά είναι μια κοινωνικά αόρατη ρουτίνα που δε συζητιέται».  Στην χώρα μας πολύ φοβούμαι πως το ποδήλατο έχει εκτροχιαστεί εντελώς και ματαίως αναζητούμε τροχούς, αλυσίδες αλλά και ποδηλάτη…

.
«Κάλιον το προλαμβάνειν» λέγανε οι αρχαίοι ημών πρόγονοι αλλά ενώ τους επικαλούμαστε συχνά,  δε τους έχουμε μοιάσει σε τίποτα. Αλήθεια, θα μπορούσε να είχε γίνει κάτι για να μη θρηνήσουμε άλλο ένα θύμα και η ΕΛ.ΑΣ. να μη παρακολουθεί το κύρος της να γίνεται κουρελόχαρτο? Ασφαλώς, αλλά απαραίτητη και αναγκαία συνθήκη είναι να πάψουμε όλοι να θεωρούμε τα κακώς κείμενα αυτής της κοινωνίας ως δεδομένα.


Ο Νόμος περί Οπλοχρησίας της ΕΛ.ΑΣ., προβλέπει μεταξύ άλλων πλήρη ψυχολογικό έλεγχο όλων των υπηρετούντων στην ΕΛ.ΑΣ. εντός 5ετίας. Πιστεύει κανείς πως αν είχε όντως λάβει χώρα, υπήρχε περίπτωση «πιστολάδες» σαν τον «ειδικό φρουρό» που προ 3 ετών δολοφόνησε εν ψυχρώ νεαρό μαθητή να βρισκόταν στις τάξεις της Αστυνομίας? Ακόμα και ένας μέτριος ψυχολόγος θα είχε αντιληφθεί πως είναι αυτό που οι Αμερικανοί ονομάζουν trigger happy, δηλαδή επιρρεπής στην οπλοχρησία και το πρόβλημα θα είχε λυθεί εν τη γενέσει του. Η συγκεκριμένη διάταξη ποτέ δεν εφαρμόστηκε, όπως πλείστες άλλες και όλοι μας το θεωρήσαμε «φυσιολογικό». Βεβαίως, υπάρχει και ο αντίλογος. Αν όντως είχε γίνει ο έλεγχος και ο συγκεκριμένος ειδικός φρουρός είχε τεθεί εκτός υπηρεσίας, σύσσωμη η συνδικαλιστική ηγεσία της υπηρεσίας του θα μιλούσε για «διώξεις» και «τον κακόμοιρο συνάδελφο που του στερούν το ψωμί του»…


Ο συγκεκριμένος Νόμος έχει γίνει αντικείμενο ανάλυσης από τον γράφοντα κατά το παρελθόν («Αξιωματική Αστυνομία», τεύχος 1, Μάρτιος 2004) όπου μετά από ενδελεχή ανάλυση είχαν επισημανθεί πολλές αρνητικές πτυχές του. Για την οικονομία της συγκεκριμένης προσέγγισης , θα σταθούμε σε ένα σημείο, αυτό της πολυπλοκότητας. Ο αστυνομικός, όπως κάθε επαγγελματίας, επιθυμεί σαφείς οδηγίες ώστε να είναι αποτελεσματικός. Υπάρχει δηλαδή άμεση σύνδεση της παραγωγικότητας του με την παροχή ξεκάθαρων  πλαισίων λειτουργίας από τους προϊσταμένους του, κανόνας που δεν διασφαλίζεται με αυτή τον ισχύοντα Νόμο. Όταν ο μέσος αστυνομικός διαβάζει περίπλοκες διατάξεις περί πυροβολισμού «ακινητοποίησης» και «εξουδετέρωσης», όταν έρχεται αντιμέτωπος με δυσνόητες προτροπές περί «μη υπέρμετρα βλαπτικής χρήσης» (!), περιέρχεται σε σύγχυση και απαξιώνει συλλήβδην όλους τους κανονισμούς.

 Το αστυνομικό έργο παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα σε σχέση με τα υπόλοιπα επαγγέλματα. Οι αστυνομικοί καλούνται να λάβουν αποφάσεις ενώ βρίσκονται εν τω μέσω μιας τεταμένης κατάστασης (διότι διαφορετικά δε συζητάμε για χρήση όπλου) μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, στην καλύτερη περίπτωση. Το να απαιτεί η Πολιτεία εμβριθή ανάλυση των συνθηκών, οδηγεί τους αστυνομικούς είτε σε αδράνεια είτε σε διαστρεβλωμένη εφαρμογή των διατάξεων με τις γνωστές τραγικές συνέπειες.

Πως μπορεί λοιπόν ο αστυνομικός να  δράσει αποτελεσματικά αλλά και σύννομα?

Η απάντηση βρίσκεται στην εκπαίδευση. Ο αστυνομικός πρέπει να διδάσκεται πώς να ξεχωρίζει τις καταστάσεις που απειλείται άμεσα και συνεπώς να ανταποκρίνεται στην απειλή και όχι στην επίθεση. Ο τραγικός αστυνομικός τον Δεκέμβριο του 2008 δέχτηκε μεν επίθεση αλλά αυτή δεν στοιχειοθετούσε ουσιαστική απειλή και συνεπώς δεν έπρεπε να εμπλακεί.

Η προστασία της ζωής αθώων πολιτών αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα της Αστυνομίας, θεμέλια λίθο του θεσμικού της ρόλου. Η ανυπακοή ορισμένων πολιτών στις υποδείξεις της αστυνομίας εκνευρίζει ιδιαιτέρως του αστυνομικούς διότι εκλαμβάνεται ως ευθεία αμφισβήτηση του κύρους και της εξουσίας τους . Είναι όμως καθήκον τους να μάθουν να ξεχωρίζουν πότε έχουν να κάνουν με κακοποιούς και πότε και πότε με «επαναστατημένους νέους» που αμφισβητούν της εξουσία της Αστυνομίας για λόγους «ιδεολογικούς».

 Το απαιτούν οι καιροί, το απαιτεί η κοινωνία.

Κυριακή 8 Απριλίου 2012

ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ

Ποιό ειναι το δυσκολότερο να αλλάξει στοιχείο του ανθρώπινου ψυχισμού?

Μα η νοοτροπία!

Μια νοοτροπία της οποιας είμαστε δέσμιοι εδώ και αιώνες...

Αυτό μου ήλθε στο μυαλό αυτο το Κυρικάτικο πρωινό και αποφάσισα να αναρτήσω παλαιότερο άρθρο που συνέργαψα με αφορμή την έκρηξη στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη , που άφησε πισω της ένα θύμα και πολλές σκέψεις..

Ελπίζω να το βρείτε ενδιαφέρον!

ΚΔ


      Η ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ ΣΚΟΤΩΝΕΙ, ΟΧΙ  Η ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ.

                      Του Κωνσταντίνου Δούβλη, εγκληματολόγου

Η Ελληνική Αστυνομία και μαζί της σύσσωμη η κοινωνία θρηνούν άλλο ένα θύμα. Θύμα τρομοκρατών αλλά και της μεγαλύτερης παθογένειας της χώρας μας,  της προβληματικής νοοτροπίας.

Ποιος θα περίμενε πως θα συμβεί ένα τέτοιο περιστατικό στον καλύτερα φυλασσόμενο χώρο της Ελληνικής Επικράτειας? Κανείς!

Μέγα λάθος! Το περίμεναν αρκετοί…

Το περίμεναν αυτοί που γνωρίζουν ότι για τον Έλληνα η τήρηση των κανονισμών  χτυπάει «καμπανάκια» φόβου και απέχθειας. Το περίμεναν όσοι γνώριζαν ότι για τον   Έλληνα (ένστολό ή μη) οι διαδικασίες ελέγχου είναι «για τους κουτό-φραγκους». Το περίμεναν όσοι γνώριζαν την νοοτροπία- φονιά του «δεν ελέγχουμε την αλληλογραφία του υπουργού» διότι το αντίθετο θα θεωρηθεί «ασέβεια». Το περίμεναν όσοι επί σειρά ετών στηλίτευαν την μακαριότητα των ελεγκτικών αρχών και την (ψευδ)αίσθηση ασφάλειας που κυριαρχούσε. Το περίμεναν όσοι έλεγαν πως τα σώματα Ασφαλείας βρίσκονται σε συνεχή πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου κανείς δεν έχει δικαίωμα να χαλαρώσει. Το περίμεναν όσοι γνώριζαν πως ο έλληνας «κουβαλά»  στην δουλειά του την επιπολαιότητα που τον διακρίνει παντού.

Τέλος, το περίμεναν όσοι γνώριζαν την παθολογική δυσανεξία που έχει ο Έλληνας σε κάθε διαδικασία ελέγχου. Δυσφορεί όταν ελέγχεται στα αεροδρόμια. Δυσανασχετεί όταν «τον καθυστερούν» για να τον ελέγξουν σε έναν χώρο με αυστηρά μέτρα ασφαλείας. Πιέζει να εξαιρεθεί των ελέγχων και η πίεση αυτή μετά από σειρά ετών , καθιστά τους ελέγχους «περιττούς», απλές «οχλήσεις». Χαρακτηρίζει δε όσους επιμένουν στην τήρηση των κανονισμών ως «κολλημένους», «μονόχνοτους» και με άλλους επιθετικούς προσδιορισμούς που δε γίνεται να αναφερθούν. Η νοοτροπία του  «ωχ αδελφέ» νικάει τον επαγγελματισμό για μια ακόμα φορά.

Το είχα αναφέρει και σε προηγούμενη παρέμβαση. Ο τεχνολογικός εξοπλισμός, όσο άρτιος και αν είναι,  δε πρόκειται να αντισταθμίσει την προβληματική νοοτροπία. Όσο οι διαδικασίες ασφαλείας αντιμετωπίζονται είτε ως προσβολή στην προσωπικότητα μας  είτε ως περιττές διαδικασίες, θα συνεχίζουμε να θρηνούμε θύματα.


Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ


Οικονομική κρίση, περικοπές, εθνική κατάθλιψη.
Έννοιες με τις οποίες εξοικειωθήκαμε όλοι μας, θέλοντας και μη, τα τελευταία 2 χρόνια.
Ως κοινωνικός επιστήμονας διδάχτηκα ότι όλες οι εκφάνσεις της ζωής είναι αλληλένδετες.  Κανένα είδος συμπεριφοράς ή κοινωνικής πραγματικότητας δεν υπάρχει «αυτόνομα».
Ποιος ο ρόλος της αστυνομίας σε όλα αυτά?
Προ καιρού – και προφητικά- είχα διαπιστώσει τον αυξημένης σημασίας κοινωνικό ρόλο της αστυνομίας σε αυτές τις ταραγμένες εποχές. Τότε είχα γράψει πως ο ρόλος της αστυνομίας δεν είναι μόνο κατασταλτικός αλλά ούτε και αυτός της πρόληψης. Ασφαλώς η καταστολή επιβάλλεται αλλά δεν λύνει το πρόβλημα.
Το έγκλημα έχει βαθύτερες κοινωνικές αιτίες και η αστυνομία λίγα πράγματα μπορεί να κάνει ώστε να το αποτρέψει σε κεντρικό επίπεδο.
Σε περιόδους έντονης κοινωνικο-οικονομικής κρίσης, ο ρόλος της αστυνομίας είναι και αυτός της αρωγής προς τους πολίτες. Αυτή η ιδιαίτερη προσέγγιση περιλαμβάνει και την παροχή συμβουλών και νουθεσίας.
Εδώ υπεισέρχεται η έννοια της διακριτικής ευχέρειας (discretion) που διαθέτουν οι αστυνομικοί.  Ο μέσος αστυνομικός εργάζεται χωρίς άμεση επίβλεψη, σε συνθήκες που τον καλούν να πάρει μια απόφαση σε κλάσματα δευτερολέπτου.
Εκεί πρέπει  να διαχωρίσει ποιος ειναι ο καθ έξην παραβάτης και ποιος ο περιστασιακός. Σε ποια κατηγορία ανήκει ένας μεθυσμένος οδηγός? Είναι άραγε καθ έξην μεθυσμένος, αποτελεί δημόσιο κίνδυνο και πρέπει να περάσει μέσα από τις διαδικασίες του ποινικού συστήματος ή είναι ένας  κατά τα άλλα νομοταγής πολίτης που παραστράτησε και πρέπει απλώς να συνοδευτεί στο σπίτι του?

Σε εποχές που μια κλήση μπορεί να αποτελεί το  ½ του μισθού ενός πολίτη, η αστυνομία πρέπει να επαναπροσδιορίσει τον κοινωνικό της ρόλο.